Η Αποκάλυψη του Μοσχάτου

Η αποκάλυψη του Μοσχάτου


Σταφύλι θησαυρός το Μοσχάτου Αμβούργου του Τυρνάβου

Το Μοσχάτο Αμβούργου είναι η ποικιλία που κυριαρχεί στην περιοχή του Τυρνάβου όπου καλλιεργείται σε 15.000 στρέμματα περίπου. Πρόκειται για ποικιλία που συναντάται σποραδικά διεθνώς, στην Ελλάδα όμως είναι ταυτισμένη με τον Τύρναβο, αφού το σύνολο σχεδόν της καλλιέργειας της βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή του. Η καλλιέργεια του Μοσχάτου ξεκίνησε μετά την καταστροφή του ιστορικού αμπελώνα του Τυρνάβου από τη φυλλοξήρα, όταν την περίοδο 1930-36 μέσω της Γεωργικής Σχολής Λάρισας και την διανομή αντιφυλλοξηρικών κλημάτων προωθήθηκε μεταξύ άλλων και το Μοσχάτο Αμβούργου.

Η ποικιλία αρχικά δημιουργήθηκε από διασταύρωση της ιταλικής ποικιλίας Schiava Grossa (Trollinger ή Black Hamburg) και της αιγυπτιακής Μοσχάτο Αλεξανδρείας και καλλιεργήθηκε στα θερμοκήπια της Αγγλίας όπου ονομάζονταν Μαύρο Μοσχάτο Αλεξανδρείας, στη συνέχεια πέρασε σχεδόν σε όλο τον κόσμο, στην Ευρώπη (Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ελλάδα, Ρουμανία, Πορτογαλία κλπ), στις ΗΠΑ (Καλιφόρνια, Βιρτζίνια, Όρεγκον, Τέξας), σε Αίγυπτο, Αργεντινή ενώ τελευταία τη συναντά κανείς και στην Κίνα. Στις διάφορες περιοχές του κόσμου όπου καλλιεργείται συμμετέχει σε αναμίξεις οίνων, παράγει επιδόρπιους οίνους, πωλείται ως φρούτο αλλά πολύ σπάνια συναντά κανείς κρασί αποκλειστικά από Μοσχάτο Αμβούργου.

Οι αμπελουργοί της περιοχής Τυρνάβου όμως, έχοντας μακραίωνη οινική ιστορία, εργάστηκαν με τα νέα δεδομένα που δημιούργησαν οι ποικιλίες που εγκαταστάθηκαν μετά τη φυλλοξήρα και αξιοποίησαν το Μοσχάτο με πολλούς τρόπους, με την παραγωγή πολλών ειδών αρωματικών κρασιών, κυρίως εκείνη των ελαφρών κόκκινων, το απέσταξαν αλλά και το προώθησαν στην αγορά ως νωπό σταφύλι. Η μεγάλη έκταση της καλλιέργειας Μοσχάτου Αμβούργου, ο καλός εγκλιματισμός της ποικιλίας, αλλά και η πολύμορφη αξιοποίηση της αναδεικνύει την περιοχή Τυρνάβου σε παγκόσμιο σημείο αναφοράς σχετικά με την ποικιλία αυτή, απόδειξη ότι στον παγκόσμιο κατάλογο ποικιλιών VIVC ανάμεσα στα 87 συνώνυμα της ποικιλίας, που στην συντριπτική τους πλειοψηφία είναι παραλλαγές της λέξης Μοσχάτο Αμβούργου, υπάρχει και το συνώνυμο ΜΟΣΧΑΤΟ ΤΥΡΝΑΒΟΥ (MOSCHATO TYRNAVOU). Το στοιχείο αυτό τεκμηριώνει τη φήμη του Μοσχάτου Τυρνάβου σε παγκόσμια κλίμακα και θέτει εύλογα το θέμα της κατοχύρωσης μέσω και του εθνικού καταλόγου ποικιλιών της ονομασίας αυτής ως συνώνυμης, ώστε να μπορεί επίσημα να χρησιμοποιηθεί και να αποφεύγεται έτσι η λέξη Αμβούργου που δεν εξυπηρετεί στην περιγραφή της ποικιλίας και των προϊόντων που προκύπτουν από αυτή. Άλλωστε μια ποικιλία που μετρά τόσες δεκαετίες καταγράφεται στη συνείδηση των ανθρώπων ως γηγενής.

Η οινοποίηση και η απόσταξη του Μοσχάτου στην περιοχή έχει πρωταγωνιστή τον Αγροτικό Οινοποιητικό Συν/σμό Τυρνάβου, που σε όλη την 50χρονη πορεία του έδωσε διάφορες οινικές εκφράσεις αλλά και αποστάγματα (τσίπουρο) με την παραγωγή προϊόντων που τα τελευταία χρόνια παρουσιάζουν αυξημένη καταναλωτική ζήτηση σε όλη τη χώρα αλλά και προοπτική σε νέες αγορές του εξωτερικού με μεγάλο ενδιαφέρον όπως πχ η Κίνα.

Οι οίνοι που παράγονται από Μοσχάτο αποτελούν κατηγορία από μόνοι τους κυρίως για τον αρωματικό τους χαρακτήρα, ξεχωρίζουν ανάμεσά τους οι ημίγλυκοι και γλυκοί οίνοι όπου τα αζύμωτα σάκχαρα υπερτονίζουν το άρωμα καθώς και οι οίνοι από επιλεγμένους αμπελώνες λευκοί, ροζέ και ερυθροί. Οι ποικιλίες γενικά της κατηγορίας Μοσχάτο δίνουν επίσης λόγω του αρωματικού τους προφίλ εξαιρετικούς αφρώδεις οίνους, ένας ροζέ αφρώδης λοιπόν από Μοσχάτο Τυρνάβου θα είχε πολύ καλές προοπτικές στην σημερινή αγορά που σημειώνει αυξημένη ζήτηση στους αφρώδης οίνους. Έτσι μέσα σε όλο αυτό το οινικό ταξίδι από μια δύσκολη και απαιτητική οινολογικά ποικιλία έχουν τελικά παραχθεί και οίνοι ΠΓΕ (Προστατευμένης Γεωγραφικής ένδειξης) μετά και την αναγνώριση της ποικιλίας για την παραγωγή Τοπικών Οίνων Τυρνάβου το 2008.

Οι οίνοι που παράγονται από Μοσχάτο αποτελούν κατηγορία από μόνοι τους κυρίως για τον αρωματικό τους χαρακτήρα, ξεχωρίζουν ανάμεσά τους οι ημίγλυκοι και γλυκοί οίνοι όπου τα αζύμωτα σάκχαρα υπερτονίζουν το άρωμα καθώς και οι οίνοι από επιλεγμένους αμπελώνες λευκοί, ροζέ και ερυθροί. Οι ποικιλίες γενικά της κατηγορίας Μοσχάτο δίνουν επίσης λόγω του αρωματικού τους προφίλ εξαιρετικούς αφρώδεις οίνους, ένας ροζέ αφρώδης λοιπόν από Μοσχάτο Τυρνάβου θα είχε πολύ καλές προοπτικές στην σημερινή αγορά που σημειώνει αυξημένη ζήτηση στους αφρώδης οίνους. Έτσι μέσα σε όλο αυτό το οινικό ταξίδι από μια δύσκολη και απαιτητική οινολογικά ποικιλία έχουν τελικά παραχθεί και οίνοι ΠΓΕ (Προστατευμένης Γεωγραφικής ένδειξης) μετά και την αναγνώριση της ποικιλίας για την παραγωγή Τοπικών Οίνων Τυρνάβου το 2008.

Η ποιότητα των αποσταγμάτων (τσίπουρο κλπ) από Μοσχάτο Τυρνάβου αποτελεί ένα κεφάλαιο από μόνη της. Ερευνητικό πρόγραμμα που πραγματοποιήθηκε το διάστημα 2006-2008 στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος «ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ» του Μέτρου 4.3 με τίτλο «ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΩΝ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΩΝ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΟΣ ΣΤΕΜΦΥΛΩΝ ΣΤΑΦΥΛΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΤΥΡΝΑΒΟΥ ΜΕ ΣΤΟΧΟ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΣΙΠΟΥΡΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΑΓΜΑΤΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ» ήταν αποκαλυπτικό για την μεγάλη αξία της ποικιλίας στην παραγωγή αποσταγμάτων. Από τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής έγινε φανερό ότι υπάρχει σαφής διαφοροποίηση μεταξύ των διάφορων ποικιλιών που αποτέλεσαν αντικείμενο και της ποικιλίας Μοσχάτο, η οποία υπερέχει τόσο σε πλήθος όσο και σε συγκέντρωση αρωματικών συστατικών. Όλα τα πειράματα της φάσης αυτής έδειξαν ότι το Τσίπουρο Τυρνάβου για να αποκτήσει ένα διαφοροποιημένο αρωματικό χαρακτήρα από τα ομοειδή προϊόντα, θα πρέπει να παράγεται από στέμφυλα της ποικιλίας Μοσχάτο Αμβούργου. Χαρακτηριστικότερο εύρημα η υψηλή περιεκτικότητα σε λιναλοόλη της οποίας η ύπαρξη επιβεβαιώθηκε και στο σταφύλι της ίδιας ποικιλίας. Μέσα από τη σύγκριση τσίπουρου από διαφορετικές περιοχές της χώρας και διαφορετικές ποικιλίες έγινε σαφές πως τα αρωματικά συστατικά των τσίπουρων συσχετίζονται με τις ποικιλίες αμπέλου που έχουν χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή τους και ότι τα αποστάγματα από Μοσχάτο Αμβούργου ανεξάρτητα από την αναλογία τους στο μίγμα στεμφύλων χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη συγκεκριμένων συστατικών (λιναλοόλη, οτριενόλη και οξείδια της λιναλοόλης), τα οποία δεν απαντώνται σε αποστάγματα στα οποία δεν χρησιμοποιείται Μοσχάτο Αμβούργου αλλά οποιαδήποτε άλλη ποικιλία.

Το Τσίπουρο Τυρνάβου είναι αναγνωρισμένης γεωγραφικής ένδειξης από το 1989 με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό 1576/1989 και τον 110/2008 και μάλιστα είναι η μοναδική πόλη της Ελλάδας που έχει αυτή τη διάκριση, οι υπόλοιπες αναγνωρισμένες περιοχές της χώρας που συμπεριλαμβάνονται στις γεωγραφικές ενδείξεις αφορούν σε περιφέρειες (Θεσσαλία, Μακεδονία, Κρήτη). Η ποικιλία Μοσχάτο Αμβούργου για την παραγωγή του Τσίπουρου Τυρνάβου είναι αυτή που δίνει την μοναδική ταυτότητα και την ανώτερη κλάση στο απόσταγμα αυτό.

Το ενδιαφέρον που έχει η ποικιλία δεν εξαντλείται στα παραπάνω, πρόσφατη μελέτη των πολυφαινολών που περιέχονται στα υποπροϊόντα ελληνικών ποικιλιών και μελέτη της βιολογικής δράσης των εκχυλισμάτων τους, έδειξε πως το Μοσχάτο Αμβούργου βρίσκεται στην πρώτη ή στις πρώτες θέσεις των ποικιλιών που ερευνήθηκαν για τις επιμέρους ουσίες. Τα υποπροϊόντα (βόστρυχοι, γίγαρτα) του Μοσχάτου και τα εκχυλίσματά τους έχουν σημαντικές ποσότητες βιοδραστικών πολυφαινολών με μεγάλες αντιοξειδωτικές ικανότητες, με αντικαρκινική και αντιμεταλλαξιογόνο δράση.

Η υπεροχή του Μοσχάτου, η ταύτισή του με την περιοχή Τυρνάβου, η δυνατότητα ταυτοποίησής του μέσω εργαστηριακών ελέγχων, όλα αυτά μαζί αποτελούν μεγάλο πλεονέκτημα για την αμπελοοινική παραγωγή και την τοπική οικονομία που μπορεί και πρέπει να αξιοποιηθεί, αρκεί να υπάρξουν οι οργανωμένες κοινωνικές δομές (πχ ένας τοπικός φορέας αμπελοοινικών προϊόντων που να θωρακίσει το προϊόν και να ενεργοποιήσει τις δυνατότητες ανάπτυξής του) και μια πολιτεία που να στηρίζει με το νομοθετικό πλαίσιο και τις υπηρεσίες της.

Αντί επιλόγου μεταφέρω την αναφορά στο Μοσχάτου Αμβούργου από την πιο ολοκληρωμένη και εμπεριστατωμένη παρουσίαση των ελληνικών οίνων που υπάρχει, το portal New Wines of Greece της Εθνικής Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Αμπέλου και Οίνου (ΕΔΟΑΟ):
«Μοναδικό ανάμεσα στα διάφορα είδη του μοσχάτου, το Μοσχάτο Αμβούργου ξεχωρίζει από τις ερυθρωπές ρώγες του. Είναι μία από τις λίγες ποικιλίες που οινοποιούνται και παράλληλα καταναλώνονται ως επιτραπέζιες, γιατί έχει νόστιμο σταφύλι, έτοιμο να σαγηνεύσει με το άρωμά του, αλλά και να συμμετάσχει σε ερυθρά, ροζέ και γλυκά κρασιά.
Το μοσχάτο Αμβούργου απαντάται στον αμπελώνα της κεντρικής Ελλάδας και ιδιαίτερα αυτόν του Τυρνάβου, όπου κυριαρχεί. Τα εκρηκτικά και γλυκά αρώματά του, που θυμίζουν εσάνς γαρίφαλου, είναι το μεγάλο ατού της ιδιαίτερης αυτής ποικιλίας. Έτσι, ενώ συνήθως η χαμηλή οξύτητα και οι μαλακές ταννίνες του μοσχάτου Αμβούργου δεν επιτρέπουν εύκολα να σταθεί από μόνο του για την παραγωγή μονοποικιλιακών οίνων, η προσθήκη του σε χαρμάνια είναι θαυματουργή. Αρκεί μια μικρή ποσότητα για να αναστήσει ακόμα και το πλέον άτονο αρωματικά κρασί. Εκεί πάντως που είναι ασυναγώνιστο, είναι στην παραγωγή αποσταγμάτων, με τον άμβυκα να δρα σα μεγεθυντικός φακός των αρετών του.
Σπάνιο, ασυνήθιστο και μοντέρνο, το μοσχάτο Αμβούργου μπορεί να ανοίξει τις κλειστές πόρτες των ερυθρών κρασιών σε νέους καταναλωτές, αλλά και να ολοκληρώσει αξέχαστα ένα γεύμα ή ένα δείπνο, με τη μορφή ενός φίνου χωνευτικού ποτού (digestif)»

Αναστασία Παναγιώτου
Γεωπόνος- Οινολόγος

Άρθρο Εφημερίδα Ελευθερία 27/7/2011